Γενικά Θέματα

ΕΜΒΟΛΙΑΣΜΟΣ ΚΑΤΑ ΤΗΣ ΓΡΙΠΠΗΣ

Το αντιγριππικό εμβόλιο, αποτελείται : 1) από πλήρως αδρανοποιημένο ιό, που είναι αντιγονικός, αλλά όχι λοιμογόνος είτε 2) από υπομονάδες (subunit vaccines), που είναι τα κεκαθαρμένα αντιγόνα επιφονείος αιμοσυγκολλητίνη (ΗΑ) και νευρομινιδάση (ΝΑ).

Η σύσταση των εμβολίων αλλάζει κάθε χρόνο, σύμφωνα με τις οδηγίες του Π.Ο.Υ. Τα τελευταία χρόνια, τα εμβόλια περιέχουν τρείς αδρανοποιημένους ιούς, δύο τύπους Α (Η3Ν2 και Η1Ν1) και έναν τύπου Β.

Το εμβόλιο δημιουργεί ανοσία στο 60-90% των ενηλίκων. Τα επίπεδα ανοσίας είναι χαμηλότερα στους ηλικιωμένους, στους έχοντες αιματολογικές κακοήθειες, στου σπληνεκτομηθέντες και στους μεταμοσχευθέντες.

Επαρκής ανοσία, παρατηρείται 2 εβδομάδες μετά τον εμβολιασμό και διαρκεί ένα έτος.

Ο εμβολιασμός μειώνει κατά 80% την θνητότητα από την γρίππη, αποτρέπει την εμφάνιση επιπλοκών της νόσου, ελαττώνει τον αριθμό των νοσηλειών και την αποχή από την εργασία.

Το εμβόλιο χορηγείται κάθε χρόνο (Οκτώβριο ή Νοέμβριο).

Χορηγούνται 0,5 ml του εμβολίου ΙΜ ή ΥΔ στον δελτοειδή μύ. Δεν χρειάζεται δεύτερη δόση μέσα στον ίδιο χρόνο.

Σε δύο εβδομάδες έχουμε προστατευτικά αντισώματα. Στα παιδιά < 9 ετών που εμβολιάζονται για πρώτη φορά – δύο δόσεις εμβολιασμού σε διάστημα τουλάχιστον ενός μήνα η μία από την άλλη.

Αντενδείξεις για τον εμβολιασμό, είναι :

  1. 1. Όταν έχει σημειωθεί αλλεργική αντίδραση σε προηγούμενο εμβολιασμό.
  2. 2. Όταν υπάρχει ιστορικό αλλεργίας στα αυγά.
  3. 3. Όταν υπάρχει οξεία εμπύρετη νόσος.
  4. 4. Νεογνά < των έξι (6) μηνών.

(Σε παιδιά < 13 ετών πρέπει να χορηγούνται μόνον split virus vaccines)

Το αντιγριππικό εμβόλιο, συνιστάται :

  1. 1. Σε άτομα > ων 65 ετών.
  2. 2. Σε άτομα υψηλού κινδύνου (με χρόνια υποκείμενα νοσήματα), όπως ΧΑΠ, βρογχικόν άσθμα, καρδιακή ανεπάρκεια, αλκοολισμό και κίρρωση, σακχαρώδη διαβήτη, νεφρική ανεπάρκεια, σπληνεκτομή και λειτουργική ασπληνία, ανοσοκαταστολή από οποιαδήποτε αιτία, άτομα με νευρομυϊκές διαταραχές που είναι επιρρεπή σε εισροφήσεις.
  3. 3. Σε έγκυους κατά τον 2ο και 3ο τρίμηνο της κυήσεως.
  4. 4. Σε όλο τον υγειονομικό πληθυσμό (γιατρούς-νοσηλευτές) που περιθάλπουν άτομα υψηλού κινδύνου.
  5. 5. Στους ανεμβολίαστους που πρόκειται να ταξιδέψουν σε περιοχές με υψηλό κίνδυνο νόσησης.

Επιπλοκές του αντιγριππικού εμβολιασμού (ανεπιθύμητες ενέργειες).

Η πλέον συχνή ανεπιθύμητη ενέργεια είναι το άλγος στην περιοχή της ένεσης (10-64%).

Σπάνια (<1%) εμφανίζεται πυρετός, ρίγος και κακουχία, συνήθως εντός 6-12 ωρών μετά τον εμβολιασμό και διαρκεί 1-2 ημέρες.

Πολύ σπάνια παρουσιάζεται αναφυλακτική αντίδραση, αγγειΐτιδα και δερματομυοσίτιδα.

Η πλέον σοβαρή επιπλοκή, όμως, του αντιγριππικού εμβολιασμού είναι το Σύνδρομον Guillain-Borré, μία απομυελινωτική νόσος των περιφερικών νεύρων (μία περίπτωση περίπου ανά εκατομμύριο εμβολιασθέντων). Είναι λοιπόν σκόπιμο να μην χορηγείται σε άτομα με ιστορικό εμφάνισης του συνδρόμου ή με άλλη ενεργό νευρολογική νόσο.

ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΓΡΙΠΠΗΣ

Οι αδαμαντίνες (αμανταδίνη και ριμανταδίνη) έχουν δράση μόνον κατά του ιού τύπου Α, ενώ οι αναστολείς νευραμινιδάσης (Ζαναμιβίρη και Οσελταμιβίρη) είναι δραστικές και κατά του ιού τύπου Β.

Η αμανταδίνη χρησιμοποιείται σε παιδιά και ενήλικες ενώ η ριμονταδίνη μόνον σε ενήλικες.

Και τα δύο φάρμακα μπορούν να δωθούν είτε σαν προφύλαξη είτε ως θεραπεία.

Μπορεί να χρησιμοποιηθούν ως προφύλαξη σε άτομα που έχουν μόλις εμβολιασθεί κατά του ιού της γρίππης και δεν έχουν συνεπώς ακόμη αναπτύξει αντισώματα κατά της γρίππης (συνηθισμένη ανάπτυξη 2 εβδομάδες).

Επίσης, η ριμπαβαρίνη έχει δοκιμασθεί στην θεραπεία της γρίππης, σε εισπνοές, σε δόση 1,1gLd σαν 20mg/mL διάλυση σε διάστημα 12-18 ωρών ημερησίως ως εισπνεόμενο αεροζόλ με παροχή οξυγόνου για 3-7 ημέρες.

 Ειδική μνεία χρειάζεται το Σύνδρομο Reye το οποίο αποτελεί εξωπνευμονική επιπλοκής της γρίππης από ιό τύπου Β. Εμφανίζεται στην παιδική ηλικία μετά από χορήγηση σαλυκιλικών (ασπιρίνης) που χορηγούνται κατά την διάρκεια της γριππώδους συνδρομής.

Η γρίππη δεν υποχωρεί αλλά εμφανίζονται ναυτία και έμετοι διάρκειας συνήθως 1-2 ημερών, για να ακολουθήσει μία πλειάδα συμπτωμάτων από το Κ.Ν.Σ. (υπερδραστηριότητα – υπερκινηκότητα – σύγχυση – κώμα – σπασμοί).

Χαρακτηριστική είναι η ηπατομεγαλία : συμμετοχή του ήπατος με αύξηση του όγκου του και επηρεασμό της λειτουργίας του (αύξηση τρανσαμινασών, χολερυθρίνης, LDH), (σημαντική ελακτικής δεϋδρογενάσης, μέτρια αύξηση της χολερυθρίνης και αμμωνίας).

Υπάρχει κίνδυνος εγκεφαλικού οιδήματος και υπογλυκαιμίας – υπογλυκαιμικού κώματος και συνιστάται εισαγωγή ΜΕΘ.

Dr. ΝΙΚΟΣ ΚΑΛΛΙΑΚΜΑΝΗΣ