• Αρχική

Επίδραση της κυήσεως στα διάφορα συστήματα του ανθρώπινου οργανισμού

Η κύηση, η πιο σημαντική διεργασία της ανθρώπινης ζωής, που εξασφαλίζει την διαιώνιση του είδους και την οικογενειακή ευτυχία, συνοχή και παράδοση είναι μια φυσιολογική κατάσταση.

Η «φυσιολογική» αυτή κατάσταση προκαλεί ένα σημαντικού βαθμού «stress» του συνολικού οργανισμού που έχει επίπτωση σε όλες τις λειτουργίες των συστημάτων του οργανισμού.

Κύηση και καρδιαγγειακό σύστημα

Όγκος παλμού (Ο.Π.): Αυξάνεται κατά 30-50% την 6η εβδομάδα της κυήσεως και αυξάνεται μεταξύ 16ης-28ης εβδομάδας. Ο Ο.Π. αυξάνεται μέχρι την 30η εβδομάδα, μετά παρατηρείται μείωση του Ο.Π. διότι η διογκωμένη μήτρα πιέζει την κάτω κοίλη φλέβα. Κατά τη διάρκεια του τοκετού ο Ο.Π. αυξάνει κατά 30%. Μετά τον τοκετό, η μήτρα επανέρχεται στο φυσιολογικό της μέγεθος σε διάστημα 6 εβδομάδων. Η αύξηση του Ο.Π. συνοδεύεται από αύξηση του καρδιακού ρυθμού από 70 παλμούς / λεπτό στους 80-90 παλμούς/λεπτό. Η πίεση του αίματος συνήθως μειώνεται με την προσαρμογή της μητροπλακουντίου κυκλοφορίας κατά το 2ο τρίμηνο και επανέρχεται στο φυσιολογικό στο 3ο τρίμηνο.

Η αύξηση του Ο.Π. προκαλείται από μεταβολές της μητροπλακουντιακής κυκλοφορίας. Η ανάπτυξη του πλακούντος και ο σχηματισμός του εμβρύου έχει ανάγκη αυξημένης αιμάτωσης. Στην περίοδο αυτή η αιμάτωση της μήτρας είναι περίπου 1 lt/min ή 20% του Ο.Π. Οι ανάγκες της αυξημένης μητροπλακουντίου κυκλοφορίας όπως και η κυκλοφορία μέσα στις λάχνες «δημιουργεί» αρτηριοφλεβώδεις αναστομώσεις, που προκαλούν ακόμα μεγαλύτερες ανάγκες αιμάτωσης.

Όσο προχωρεί η ανάπτυξη του πλακούντος και του εμβρύου η παροχή αίματος προς τη μήτρα αυξάνεται περί το 1 lt/min (20% του φυσιολογικού Ο.Π.). Επίσης οι ανάγκες της επιδερμίδας (ρύθμιση θερμοκρασίας) και των νεφρών (προς απέκκριση των αποβλήτων του εμβρύου) συντείνουν στις ανάγκες αύξησης της Ο.Π.

Κατά τη διάρκεια του 3ου τριμήνου η αρτηριακή πίεση επανέρχεται στο φυσιολογικό επίπεδο. Σε περίπτωση δίδυμης κυήσεως ο Ο.Π. αυξάνει περισσότερο και η διαστολική πίεση είναι χαμηλότερη την 20η εβδομάδα της αντίστοιχης μονής κυήσεως.

Η σωματική άσκηση αυξάνει τον Ο.Π., την καρδιακή συχνότητα, την κατανάλωση Ο2 στην διάρκεια κυήσεων. Η «υπερδυναμική» κυκλοφορία της κυήσεως αυξάνει την συχνότητα εμφάνισης λειτουργικών φυσημάτων στην ακρόαση της καρδιάς και ενισχύει τους φυσιολογικούς καρδιακούς ήχους.

Η ακτινογραφία θώρακος (που πρέπει να αποφεύγεται επί εγκυμοσύνης) και το Η.Κ.Γ. δείχνουν απώθηση καρδιαγγειακού σχηματισμού σε οριζόντια θέση, προς τα αριστερά, με αύξηση της εγκάρσιας διαμέτρου τους. Έκτακτες κοιλιακές και κολπικές συστολές συμβαίνουν πολύ συχνά κατά τη διάρκεια της κυήσεως.

Όλα τα παραπάνω ευρήματα θεωρούνται «φυσιολογικά επακόλουθα» της κυήσεως και δεν αποτελούν εκδηλώσεις καρδιακής νόσου. Μερικές φορές παροξυσμικές ταχυκαρδίες στις έγκυες χρειάζονται θεραπεία (χορήγηση δακτυλίτιδας).

Κύηση και αιμοποιητικό σύστημα

Ο όγκος του συνολικού αίματος αυξάνει αναλογικά με τον Ο.Π. αλλά η αύξηση του όγκου του πλάσματος είναι μεγαλύτερη (πλησιάζει το 50%) της αύξησης της μάζας των ερυθρών αιμοσφαιρίων (~25%). Έτσι η Hb ελαττώνεται λόγω της αραίωσης κατά 1-2 gr. Με παρουσία διδύμου κυήσεως ο όγκος αίματος αυξάνεται περισσότερο (~60%).

Ο αριθμός των λευκών αιμοσφαιρίων αυξάνει σχετικά από 9-000 – 12.000/μL.

Αύξηση λευκών αιμοσφαιρίων >20.000 / μL παρατηρείται κατά τη διάρκεια του τοκετού και τις πρώτες ημέρες μετά. Οι ανάγκες σε Fe αυξάνουν περί το 1 gr κατά τη διάρκεια της κυήσεως και είναι μεγαλύτερες κατά το 2ο ήμισυ της κυήσεως.

Το έμβρυο και ο πλακούς χρησιμοποιούν 300 mg Fe και η αύξηση των ερυθρών αιμοσφαιρίων της μητέρας χρειάζεται επιπλέον 500 mg. Η αποβολή του Fe υπολογίζεται στα 200 mgr.

Οπωσδήποτε πρέπει να χορηγηθεί Fe (σιδηροθεραπεία) για την πρόληψη της αναιμίας διότι η καθημερινή πρόσληψη δια των τροφών (300-500 mgr) είναι ανεπαρκής για τις ανάγκες της κυήσεως.

Κύηση και ουροποιητικό σύστημα

Οι μεταβολές του καρδιαγγειακού συστήματος που συμβαίνουν στην κύηση, επηρεάζουν παράλληλα και τη λειτουργία των νεφρών. Η δραστική πίεση διήθησης (G.F.R. = Glomenular Filtration Rate) αυξάνει σε ποσοστό 30-50% κατά την 16η-24η εβδομάδα και παραμένει στα επίπεδα αυτά.

Η ουρία ελαττώνεται (συνήθως <=10 mgr/dl) όπως και η κρεατινίνη (στο 1,7 mgr/dl).

Εμφανίζεται διάταση των ουρητήρων (υδροουρητήρες) που αποδίδεται α) σε ορμονικά αίτια (κυρίως προγεστερόνη) β) σε πίεση από τη διογκωμένη μήτρα επί των ουρητήρων όπου μπορεί να προκληθεί και υδρονέφρωση.

Μετά τον τοκετό το αποχετευτικό σύστημα επανέρχεται στις φυσιολογικές διστάσεις στις 12 εβδομάδες. Οι θέσεις και μετακινήσεις του σώματος επηρεάζουν σε σημαντικό βαθμό π.χ. η υπτία θέση ευοδώνει τη λειτουργία των νεφρών ενώ η όρθια θέση, τοποθέτηση του σώματος δρα ανασταλτικά στη νεφρική λειτουργία.

Επίσης η πλάγια θέση του σώματος ευνοεί την λειτουργία των νεφρών, η θέση αυτή του σώματος ελαττώνει την πίεση που ασκεί η εγκυμονούσα μήτρα στα μεγάλα αγγεία όταν η έγκυος γυναίκα βρίσκεται σε ύπτια θέση. Οι εναλλαγές θέσεως του σώματος της εγκύου που είναι συχνές κατά την κατάκλιση και κατά τη διάρκεια του ύπνου προκαλεί στην έγκυο γυναίκα συχνουρία και έπειξη προς ούρηση.

Κύηση και αναπνευστικό σύστημα

Οι λειτουργίες των πνευμόνων επηρεάζονται

α) από την αύξηση της προγεστερόνης, που συμβαίνει στην κύηση και προκαλεί από το αναπνευστικό κέντρο μείωση του CO2

β) η διόγκωση της μήτρας επηρεάζει την λειτουργία των πνευμόνων και τις φυσιολογικές αναπνευστικές κινήσεις λόγω πιέσεως του διαφράγματος από την αύξηση της ενδοκοιλιακής πιέσεως (κατάσπαση, ανάσπαση του διαφράγματος).

Η κατανάλωση του Ο2 αυξάνεται κατά 20% για να ικανοποιήσει τις μεταβολικές ανάγκες του εμβρύου του πλάσματος και των ζωτικών οργάνων της μητέρας.

Η ζωτική χωρητικότητα και PCO2 του πλάσματος δεν μεταβάλλεται.

Η περίμετρος του θώρακα αυξάνεται κατά 10 cm για να επιτευχθεί η θωρακική αναπνοή των εγκύων. Έκδηλη υπεραιμία και οίδημα του αναπνευστικού δένδρου εκδηλώνεται λόγω αυξημένου CO.

Απόφραξη ρινοφάρυγγα, υπεραιμία ρινός, απόφραξη ευσταχιανών σαλπίγγων, που προκαλούν αλλοίωση ποιού και χροιάς της φωνής της εγκύου παρατηρείται κατά τη διάρκεια της κυήσεως.

Μικρού βαθμού δύσπνοια κυρίως μετά από προσπάθεια ενώ «βαθειές» αναπνοές σαν αναστεναγμοί εμφανίζονται συχνά κατά την κύηση.

Κύηση και ενδοκρινολογικό σύστημα

Η παραγωγή

α) ορμονών από τον πλακούντα

β) η πιο ισχυρά δέσμευση των ορμονών με πρωτεΐνες πλάσματος επηρεάζουν τη λειτουργία των ενδοκρινών αδένων όλου του σώματος κατά την κύηση.

Ο πλακούντας παράγει ορμόνες όμοια με TSH που προκαλούν υπερπλασία, αύξηση αγγείωσης, διόγκωση του θυρεοειδούς αδένος. Η παραγωγή οιστρογόνων που συμβαίνει στην κύηση διεγείρει τα ηπατικά κύτταρα και προκαλεί αυξημένη σφαιρίνη που δεσμεύει θυροξίνη, έτσι η ολική θυροξίνη του ορού, αυξάνεται ενώ οι ελεύθερες θυρεοειδικές ορμόνες παραμένουν φυσιολογικές. Γενικά η αύξηση της λειτουργίας του θυρεοειδούς «μιμείται» υπερθυρεοειδισμό (ταχυκαρδία, αίσθημα παλμών, συναισθηματική αστάθεια, εφιδρώσεις).

Επίσης ο πλακούντας παράγει CRH (=Corticotropin Releasing) που προκαλεί την παραγωγή ACTH από την μητέρα, με αποτέλεσμα παραγωγή αλδοστερόνης και κορτιζόνης, που συμβάλλουν στην εμφάνιση των οιδημάτων της κύησης. Επίσης η αύξηση κορτικοστεροειδών και η αυξημένη παραγωγή προγεστερόνης από τα κύτταρα του πλακούντος έχουν σαν αποτέλεσμα ανάπτυξη αντίστασης στην ινσουλίνη, αυξημένες ανάγκες ινσουλίνης. Επίσης παραγωγή ινσουλινάσης από τον πλακούντα αυξάνει ακόμη περισσότερο τις ανάγκες για ινσουλίνη με αποτέλεσμα τον γνωστό «διαβήτη της κυήσεως». Επίσης ο πλακούς παράγει MSH (=Melanocyte Stimulating Hormone) με εμφάνιση υπέρχρωσης δέρματος.

Ο αδένας της υπόφυσης διογκώνεται υπέρμετρα (135%) στην κύηση. Η προλακτίνη της μητρός αυξάνει 10 φορές περισσότερο. Η αύξηση αυτή είναι απαραίτητη για την έκκριση γάλακτος – γαλουχία. Μετά τον τοκετό επανέρχεται στο φυσιολογικό ακόμα και στις γυναίκες που συνεχίζουν να θηλάζουν τα παιδιά τους.

Κύηση και δέρμα

Η αύξηση οιστρογονων, προγεστερόνης, MSH, συντείνουν στην υπέρχρωση του δέρματος. Επίσης το «χλόασμα» της κυήσεως, όπως και εμφάνιση διευρυμένων τριχοειδών και αγγειωμάτων κυρίως στα κάτω άκρα και μέση.

Κύηση και Γ.Ε.Σ.

Κατά την εξέλιξη της κύησης η αυξανόμενη πίεση της διογκωμένης μήτρας πιέζει το ορθό έντερο, κατώτερο τμήμα του κόλου, προκαλώντας δυσκολιότητα. Η κινητικότητα του γαστρεντερικού σωλήνος μειώνεται από την αύξηση της προγεστερόνης που προκαλεί χαλάρωση των μυϊκών ινών του εντέρου. Αίσθημα οπισθοστερνικού, γαστρικού καύσου, ερυγές, είναι συχνές στην κύηση και προκαλούνται

α) από την επιβράδυνση του περιεχομένου του στομάχου

β) χάλαση του κατώτερου οισοφαγικού σφιγκτήρα. Η ελάττωση του HCl του στομάχου που συνοδεύει την κύηση, ερμηνεύει την σπάνια εμφάνιση πεπτικού έλκους κατά την κύηση, όπως και προϋπάρχοντα έλκη υποχωρούν κατά τις κλινικές εκδηλώσεις τους.

Η κατάσταση του ήπατος στην φυσιολογική κύηση καταγράφεται στον Πίνακα 1. Τα ηπατικά νοσήματα που συνοδεύουν την κύηση στον Πίνακα 2 ενώ ο Πίνακας 3 περιέχει τα κλινικά χαρακτηριστικά των ηπατικών νόσων που «συνοδεύουν» την κύηση. Στον Πίνακα 4 περιέχεται η διαφορική διάγνωση του συνδρόμου HELPP. Στον Πίνακα 5 δίνεται η ταξινόμηση του συνδρόμου. Τέλος στον Πίνακα 6 υπάρχουν οι εργαστηριακές εξετάσεις – διαφορές HELLP και οξεός λιπώδους ήπατος.

Πίνακας 1. Το ήπαρ στη φυσιολογική κίνηση

Επίδραση της κυήσεως στα διάφορα συστήματα του ανθρώπινου οργανισμού

Πίνακας 2. Ταξινόμηση ηπατικών νοσημάτων κύησης

Επίδραση της κυήσεως στα διάφορα συστήματα του ανθρώπινου οργανισμού

Πίνακας 3. Κλινικά χαρακτηριστικά ηπατικών νοσημάτων ειδικών της κύησης

Επίδραση της κυήσεως στα διάφορα συστήματα του ανθρώπινου οργανισμού

Πίνακας 4. Διαφορική διάγνωση HELLP

Επίδραση της κυήσεως στα διάφορα συστήματα του ανθρώπινου οργανισμού

Πίνακας 5. Συστήματα ταξινόμησης συνδρόμου HELLP

Επίδραση της κυήσεως στα διάφορα συστήματα του ανθρώπινου οργανισμού

Πίνακας 6. Εργαστηριακές διαφορές HELLP και οξέος λιπώδους ήπατος

Επίδραση της κυήσεως στα διάφορα συστήματα του ανθρώπινου οργανισμού

Dr Νίκος Καλλιακμάνης
    Ref.:
  • Merck Man. 18th ed.
  • Ηπατικά νοσήματα ειδικά της κύησης, συγ. Μιχ. Πιβράς.
e-genius.gr ...intelligent web software